Σάββατο 17 Μαΐου 2014

''Στη σελίδα του έρωτα, η τελευταία λέξη''


Όταν η μουσική, η ποίηση ακόμη
και η ζωγραφική
μπορεί να σε αγγίζει
έτσι το σώμα μου και την ψυχή
μπορείς να προσεγγίζεις.

Δύο απλοί άνθρωποι.
Δύο διαφορετικές καρδιές.
Πολλά τα σημάδια επιβεβαιωμένα.

Άραγε αυτό που νιώθουμε
είναι έρωτας;
Υπάρχει, το διαπιστώνουμε
κάθε στιγμή
μα δεν μπορούμε να εξηγήσουμε
το πως και το γιατί.

Παραδώσαμε ένα κομμάτι
της δύναμής μας
ο ένας στον άλλον.
Της απουσίας μας, η έλλειψη
συναίσθημα μεγάλο.

Νιώθουμε τη νοσταλγία
για όσα μας χρωστά η ζωή.
Πλάθουμε εικόνες
κι είμαστε ακόμη ζωντανοί.

Στην μνήμη μας ανατρέχουμε
δρόμους στρωμένους Ρόδα.
Στην σκέψη μας αποζητούμε
Φεγγάρια στου έρωτα το χρώμα.

Μας λείπει όμως κάτι ακόμα
ας ψάξουμε και γι' άλλα χάδια
σε ξεχασμένα απ' του κορμιού μας
τα σημάδια.
Για να βεβαιωθούμε
το μυστήριο του έρωτα
της γέννησης, από κοντά ας δούμε.

Κι αν δε μπορεί
να το χωρέσει η λογική.
Κι αν η Άνοιξη ν' ανθίσει
δεν το αντέξει.
Αν η αγάπη αυτή δεν συμπίπτει
με το Νόημα της ζωής..

Στις σελίδες του έρωτα
έγραψα την τελευταία λέξη.


Κυριακή, 25 Σεπτεμβρίου 2011


Ποίηση:ΜαρίαΠεπικίδου

Παρασκευή 16 Μαΐου 2014

Ότι μου απόμεινε...













Πάντα η ίδια διαδρομή
τα ίδια σκυφτά πρόσωπα
οι ίδιες κακοφτιαγμένες βιτρίνες
ο μανάβης να διαλαλεί
τη χθεσινή πραμάτεια του.
Αλήθεια , σκέφτηκες
πόσο μου μοιάζει τούτος εδώ
ο μακιαβέλης;
Προσπαθώ κι εγώ μάταια
να «με πουλήσω»
άλλοτε όσο-όσο κι άλλοτε ακριβά .
Προσπαθώ να ξεγελάσω
ότι ξεγελιέται
να κοροϊδέψω
ότι κοροϊδεύεται…
«Χα, χα» ακούγεται σαρκαστικό το γέλιο του…
«Ποιος θ’ αγοράσει
εκείνα τα ξεχασμένα σ’ αγαπώ,
και τα σκονισμένα φιλιά
τούτα τα μαραμένα χάδια
και τα λίγα τσαλακωμένα όνειρα
που σου απόμειναν;»
φαίνεται να μου ψιθυρίζει
Ύστερα μου ρίχνει ένα βλέμμα περιφρόνησης
και συνεχίζει να διαλαλεί
δυνατότερα .
Τότε ήταν που κοίταξα
τον ουρανό για τελευταία φορά.
Τότε έμαθα
να μετράω τις πλάκες
του πεζοδρομίου,
να ξεχωρίζω τις παλιές από τις καινούριες
να βλέπω τα ελαττώματα τους
να παρατηρώ τη χαλασμένη άσφαλτο
τις λακκούβες με τα βρομόνερα…

(Από τότε έχω να σηκώσω κεφάλι…)

Παρασκευή 9 Μαΐου 2014

Γιώργος Θέμελης, Αλλιώς ωραίος



    Πίνακας : Bouguereau “Psyche et L'Amour » (1889)


Αυτό που λέμε ο έρωτας, δεν είναι
Ο Έρωτας: ο Άγγελος με τ' ανοιχτά φτερά.

Αλλάζει όψη, μεταμορφώνεται,
Γίνεται ωραίος, αλλιώς ωραίος.

Δεν την αντέχεις την ομορφιά του.

Τα ζώα τον βλέπουν, κρύβονται
Στο δέρμα τους, σωπαίνουν τα πουλιά.

Τα σώματα σκεπάζονται τη σκιά τους.

Γίνεται αλλιώς ωραίος, φοβερά ωραίος,
Ως νάχει βγει απ' την έκλαμψη μιας πυρκαγιάς.

Δυνατός ως η θάλασσα, ως ο άνεμος.

Ισχυρός ως στήλη πυρός, ως όρος.

Μοναχικός ως ογκόλιθος, ως ακίνητος ποταμός.

Αθόρυβος ως ίσκιος πουλιού, ως χτύπος ονείρου.

Διαβρωτικός ως φλόγα, ως ποίημα, ως πυρετός.

Αναίσθητος ως λίθος, ως ξίφος γυμνό.

Άτεγκτος ως ζυγός, ζυγιάζοντας τα βάρη των ψυχών.

(από τη συλλογή Το δίχτυ των ψυχών, 1965)


Θανάσης Κωσταβάρας, Τόσο πολύ σ' αγάπησα


    (Πίνακας: Rafal Olbinski   “Graceful Dream of Poetic Glory")

Τόσο πολύ σ' αγάπησα
που πίστεψα πως είχα αγγίξει την αθωότητα.
Κι ενώ ήμουνα λύκος
ερχόμουν να γρατσουνήσω την πόρτα σου.
Να βγεις να μου ρίξεις έστω μόνο μια τρυφερή σου ματιά
και να βουρκώσουν από ευτυχία τα μάτια μου.

Τόσο πολύ σ' αγάπησα
που πίστεψα πως έγινα αόρατος.
Έγινα αέρας να βρίσκομαι πάντα κοντά σου.
Να σ' αγγίζω με τους θρύλους του δάσους
να σου περιγράφω τους ίσκιους της θάλασσας.
Και να σου φανερώνω τα λόγια
τα μαγικά λόγια που ζητάει για να ανοίξει ο Παράδεισος.

Τόσο πολύ σ' αγάπησα
που πίστεψα πως είμαι αθάνατος.
Πως κανένα χιόνι δεν μπορεί να μ' αγγίξει, κανένα σκοτάδι
κανένας φόβος του θανάτου
δεν μπορεί να περάσει απ' τη ζεστή μου καρδιά.

Έξω απ' το φόβο πως ίσως μια μέρα θα με ξεχάσεις.
Θα περάσεις πλάι μου σαν να μην υπήρξα, να μη σ' άγγιξα.
Να μην ήρθα κοντά σου, σαν ένα θρόισμα του δάσους,
σαν ένας αέρας
σαν ένας λύκος που δεν ζητάει τίποτ' άλλο
παρά μια τρυφερή σου ματιά.

Τόσο πολύ σ' αγάπησα.
Τόσο που πίστεψα πως μόνον όταν σε χάσω
τότε μόνον θα μπορέσει να μ' αγγίξει ο θάνατος.


(από τη συλλογή Η μακρινή άγνωστη χώρα, 1999)


Θωμάς Γκόρπας, Αναπόληση




(Timeless Beauty by Mark Spain)

Θα καταργήσω τον ουρανό θα καταργήσω τη γη
και θ' αφήσω μόνο ένα ουζερί
για ένα πιοτό για ένα τραγούδι για ένα χορό
κ' εσύ
να περνάς απ' έξω.

(από τη συλλογή "Στάσεις στο μέλλον", ΕΓΝΑΤΙΑ, 1979)

Θωμάς Γκόρπας, Αναπόληση



(Timeless Beauty by Mark Spain)

Θα καταργήσω τον ουρανό θα καταργήσω τη γη
και θ' αφήσω μόνο ένα ουζερί
για ένα πιοτό για ένα τραγούδι για ένα χορό
κ' εσύ
να περνάς απ' έξω.

(από τη συλλογή "Στάσεις στο μέλλον", ΕΓΝΑΤΙΑ, 1979)

Τίτος Πατρίκιος, Ρόδα αειθαλή




Πίνακας: Garmash “woman in red”



Η ομορφιά των γυναικών που άλλαξαν τη ζωή μας
βαθύτερα κι από εκατό επαναστάσεις
δεν χάνεται, δεν σβήνει με τα χρόνια
όσο κι αν φθείρονται οι φυσιογνωμίες
όσο κι αν αλλοιώνονται τα σώματα.
Μένει στις επιθυμίες που κάποτε προκάλεσαν
στα λόγια που έφτασαν έστω αργά
στην εξερεύνηση δίχως ασφάλεια της σάρκας
στα δράματα που δεν έγιναν δημόσια
στα καθρεφτίσματα χωρισμών, στις ολικές ταυτίσεις.
Η ομορφιά των γυναικών που αλλάζουν τη ζωή
μένει στα ποιήματα που γράφτηκαν γιʼ αυτές
ρόδα αειθαλή αναδίδοντας το ίδιο άρωμά τους
ρόδα αειθαλή, όπως αιώνες τώρα λένε οι ποιητές.


(από τη συλλογή Λυσιμελής πόθος, 2008)





Κούλα Αδαλόγλου, Μόνον προθέσεις





(Πίνακας; Edward Munch “Girl Washing” )


Τα μάτια σου – κι ο Ευριπίδης –
(γλυκές σταλαξιές .. από ξανθόμαυρο μελίσσι)
κι όσα ήθελα να σου ομολογήσω «μεταφορικά»
μείναν προθέσεις.
Τώρα στο τηγάνι τσιγαρίζω κρεμμυδάκι,
γεμίζει το σπίτι μυρωδιά από λάχανο
για σαρμάδες.
Τώρα χορεύω όπως μου βαράνε
όσοι από παλιά με βαφτίσαν
άμεμπτη και συνετή.
Μετανιωμένη από τώρα
για όσα τυλίγω μέσα μου κουβάρι,
για όποια ανατριχίλα έπνιξα
πριν προφτάσει να φτάσει στ’ ακροδάχτυλα,
να τα μουδιάσει.
Μετανιωμένη από τώρα
για ό,τι αργότερα θα βρίσκω μες στις αναμνήσεις
μόνο σαν πρόθεση.


(από τη συλλογή Καταγραφές, 1982)






Αλεξάνδρα Μπακονίκα, Το φως του απογεύματος

(Πίνακας: Fabian Perez «Untitled iii»)
Καθόταν στο διπλανό τραπέζι, 
είχε δική του παρέα κι όμως κάθε τόσο
γύριζε να με κοιτάξει, 
με έψαχνε με τα μάτια. 
Πριν καθήσει απέναντί μου
υπήρχε το νωχελικό φως του απογεύματος
που έλουζε τα τραπέζια,
τα καθαρά τραπεζομάντιλα
και πιο πέρα τις πέτρες και τα δέντρα.
Μα πριν συμβούν όλα αυτά
ήμουν βυθισμένη σε μια απέραντη νωχέλεια,
σε μια απέραντη ηρεμία
που προδιέθετε και προετοίμαζε
μια τέτοια απόλαυση :
μέσα στο εξαίσιο φως
ένας άνδρας να με κοιτάζει. 

(από την ανθολογία Το θηλυκό πρόσωπο 
της ποίησης στη Θεσσαλονίκη, 2007)

Γιάννης Τόλιας, Την τρικυμισμένη θάλασσα του κορμιού σου



(Πίνακας: Guillaume Seignac “The Wave”)

Κυματίζεις
μεσίστια
την ημιθανή
μνήμη

Όμως εγώ
όλο το βράδυ

Θα πίνω
να μεθώ

Την τρικυμισμένη
θάλασσα του κορμιού σου

Κι ούτε ένα άγγιγμα
να με διασώσει
και να με παραδώσει
στη σωτήρια λέμβο
της αφής σου.


(από τη συλλογή Λυσίπονον, 2008)

Joyce Mansour, [Όλα τα βράδια…]

(artwork by Pino, “Evening Repose”)


Όλα τα βράδια σαν είμαι μόνη
την αγάπη μου σου διηγούμαι
στραγγαλίζω ένα λουλούδι
η φωτιά αργοσβήνει
χωνεμένη από θλίψη.
Μες στον καθρέφτη που η σκιά μου αποκοιμιέται
κατοικούνε πεταλούδες.
Όλα τα βράδια σαν είμαι μόνη
μελετώ το μέλλον στων ετοιμοθάνατων
τα μάτια
την ανάσα μου ανακατώνω με της
κουκουβάγια το αίμα
και με τους τρελούς μαζί η καρδιά μου
πιλαλάει κρεσέντο.


(Τζόυς Μάνσουρ, 1928-1986“Κραυγές' (επιλογή), στον τόμο :δεν άνθησαν ματαίως. Ανθολογία υπερρεαλισμού, (επιμ. Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου), Αθήνα, εκδ. Νεφέλη, 1980)
μετάφραση:  Έκτωρ Κακναβάτος




Νίκος Κυριακίδης, Μάτια με μαύρους κύκλους





  
 ‘’Η σελήνη ακουμπά το χέρι της στο μέτωπό μου,
 ανέκφραστη και σιωπηλή σαν νοσοκόμα.’’
Sylvia Plath


Το κοράκι κατέβηκε
Άρχισε να ερωτοτροπεί με το κουφάρι.
Εν τω μεταξύ, εγώ αγάπησα
Την πιο αδύναμη απ’ όλες.
Αυτήν, σαν ατσαλάκωτη εφημερίδα
Αδιάβαστη
Άδικα αγορασμένη.
Τα πιο βαλτωμένα χωράφια,
δεν είναι χωράφια.
Είναι ‘’στίβος μάχης’’ (το θυμάμαι)
Παρκάρουν-κει μέσα-τα οχήματα
Τα μικρά άρματα.
Βαδίζουν-κει μέσα-φαντάροι νυχτιάτικα
Δε κοιμούνται ποτέ, βράδυ.

Όλα στο ίδιο μέρος
Καμιά μεταφορά
Ως έχουν
Κανείς υπαινιγμός
Ανάμεσα στη δημοσιά και το πίσω νεκροταφείο.
Κατεβαίνεις τη δημοσιά και βρίσκεις την πόλη
-αρκετά μακριά είναι αλήθεια-
Πας στο πίσω μέρος του νεκροταφείου
Στο ξέφωτο
Βλέπεις την πιο σκούρα χήρα.
Κάθεται στο καφενείο με λίγους άλλους κοντά
Πίνει καφέ, χωρίς ν’ ανοίξει εφημερίδα.
Υπομένει να μάχεται, τσαλαβουτώντας
σαν γουρουνάκι που γλύτωσε
Τη χηρεία της.

(αδημοσίευτο)



(artwork by Bianca Maria Samer)




Γιώργος Σαραντάρης, Μιλῶ...


(Love  by Gustav Klimt)

Μιλῶ γιατὶ ὑπάρχει ἕνας οὐρανὸς ποὺ μὲ ἀκούει
Μιλῶ γιατὶ μιλοῦν τὰ μάτια σου
Καὶ δὲν ὑπάρχει θάλασσα δὲν ὑπάρχει χώρα
Ὅπου τὰ μάτια σου δὲ μιλοῦν

Τὰ μάτια σου μιλοῦν ἐγὼ χορεύω
Λίγη δροσιὰ μιλοῦν κι ἐγὼ χορεύω
Λίγη χλόη πατοῦν τὰ πόδια μου
Ὁ ἄνεμος φυσᾶ πού μᾶς ἀκούει

(από τη συλλογὴ «Σὰν Πνοὴ τοῦ Ἀέρα», 1999)



Σίσσυ Δουτσίου, Αγάπη μου Αγάπη μου


(artwork by Vania Comoretti)
Αγάπη μου
Το σώμα γερνάει
Η φωνή αγριεύει
Μα το ζουμί παραμένει ίδιο
Η κάβλα παραμένει ίδια
Θέλω να κρατήσει η αγάπη μας για πάντα
Δεν θέλω να πεθάνεις
Θέλω να σε κρατήσω για πάντα στην αγκαλιά μου
Το ξέρω πως είναι αδύνατον
Πως μια μέρα θα χαθείς μέσα στα σύννεφα μακριά μου
Μακριά από όλους
Σε αγαπώ
Αγαπώ τα μάτια σου
Το υπέροχο βλέμμα σου
Δε θέλω να σε χάσω στο άπειρο της αιωνιότητας
Είμαι η πιστή σου ερωμένη
Η πρόθυμη ερωμένη σου για πάντα
Ένα πανέμορφο τέρας είναι ο θάνατος
Που αφήνει πίσω του αναμνήσεις
Εικόνες και ήχους
Ημέρες αφιερωμένες στους ανθρώπους που αγαπάμε
Σε αγαπώ

(από την ποιητική συλλογή "ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΑΙΔΟΥΣ")